ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ – ΒΑΡΕΑ ΚΑΙ ΑΝΘΥΓΙΕΙΝΑ (ΒΑΕ)

261

Συμβολή του Μπάµπη Αλεξόπουλου, Ιατρού Εργασίας, στην 3η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη της Αυτόνομης Παρέμβασης (1-2 Νοέμβρη 2008).

Στη χώρα µας, μέχρι την ψήφιση του Ν. 1568/85, η εργατική νομοθεσία η σχετική µε την Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων χαρακτηριζόταν και χαρακτηρίζεται ακόμη από την έλλειψη θέλησης και υποδομής για την εφαρμογή των δραστηριοτήτων για την Υγεία και την Ασφάλεια και τη σκόπιμη ασάφεια διατάξεων, προγραμμάτων και θέσεων, που προσδιορίζουν το αντικείμενο, το οποίο αφορά στην υγεία των εργαζομένων, την ασφάλεια των εργαζομένων, τον επαγγελμαιτκό κίνδυνο. Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής είναι η διαμόρφωση ενός εργασιακού περιβάλλοντος χαμηλών προδιαγραφών, οι οποίες µε τη σειρά τους προκαλούν επιδείνωση της υγείας του εργατικού πληθυσμού ή ακόμη και όλου του πληθυσμού γενικότερα, μείωση της παραγωγικότητας, πτώση της παραγωγής, και αύξηση των εστιών του επαγγελματικού κινδύνου µε αποτέλεσμα ένα τεράστιο ηθικό, οικονομικό και κοινωνικό κόστος για το κράτος και την εθνική οικονομία.

 

Η οποιαδήποτε προσέγγιση σχετικά µε τη διαμόρφωση του πίνακα, που αφορά στα Βαρέα και Ανθυγιεινά (ΒΑΕ) επαγγέλματα, θα πρέπει να εξαρτάται άμεσα από την εκτίμηση του επαγγελματικού κινδύνου, την αλλαγή της ¨εισφοράς¨ του επαγγελματικού κινδύνου και την αποδοχή του κοινού Ευρωπαϊκού Πίνακα των Επαγγελματικών Ασθενειών.

Ο προσδιορισμός πιθανών παθήσεων, που σχετίζονται µε την εργασία και είναι δυνατό να προσβάλουν την υγεία των εργαζομένων, αποτελεί τη βάση για την εκτίμηση του επαγγελματικού κινδύνου.

Η εκτίμηση του επαγγελματικού κινδύνου, η μελέτη των συνθηκών εργασίας για την αξιολόγηση των κινδύνων και τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας µε τη διερεύνηση των βλαπτικών παραγόντων στους χώρους εργασίας και τον προσδιορισμό τους µε με¬τρήσεις και αναλύσεις καθώς και η μελέτη προτάσεων για την εφαρμογή μέτρων που αφορούν την προστασία της υγείας των εργαζομένων δεν πραγματοποιείται.

Η υπάρχουσα κρατική και ιδιωτική δομή για την πρόληψη του επαγγελματικού κινδύνου και την εφαρμογή των μέτρων και των μεθόδων της ιατρικής της εργασίας είναι αδύ¬νατον κατά αυτό τον τρόπο να µας δώσει έστω και μερικά υποτυπωδώς στατιστικώς ελεγχόμενα στοιχεία. Η παρουσίαση στατιστικών στοιχείων απαιτείται από την Ε.Ε. Η εναρμόνιση των στατιστικών στοιχείων όλων των χωρών µελών της Ε.Ε. έχει μεγάλη σημασία για το μέλλον και την χάραξη πολιτικής για τις επαγγελματικές ασθένειες την Ε.Ε.

Οι πολυπαραγοντικές ασθένειες κυριαρχούν πλέον στις στατιστικές των επαγγελματικών νοσημάτων των χωρών της Ε.Ε. εκτι¬νάσσοντας το ετήσιο κόστος σε 25 δισεκατομμύρια € περίπου.

Οι καταγεγραμμένες επαγγελματικές ασθέ¬νειες στη χώρα µας ανέρχονται για το 2003 σε 39 περιπτώσεις, για το 2004 σε 32, για το 2005 σε 30 και για το 2006 σε 31 (ετήσια στατιστικά στοιχεία του ΙΚΑ ενώ όλοι οι λοιποί ασφαλιστικοί φορείς της χώρας δεν έχουν παρέχουν κανένα στοιχείο).

Για το έτος 2004 στην Ε.Ε. των 15 κρατών – µελών διαγνώσθηκαν 46.280 επαγγελματικές ασθένειες (στοιχεία EUROSTAT 2004). Σύμφωνα µε τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (OSHA) 142.000 άτομα πεθαίνουν κάθε χρόνο από επαγγελματικές ασθένειες (στοιχεία OSHA 2007).

Το κόστος για τις επαγγελματικές ασθένειες για το έτος 2000 υπολογίζεται στην Γερμανία σε 1.233 εκ. €, στην Αυστρία 29.3 εκ. €, στο Βέλγιο 334 εκ. €, στη Δανία 67 εκ. €, στην Ιταλία 1.068 εκ. €, στην Πορτογαλία 36,7 εκ. €, στην Ελβετία 46.52 εκ. € (στοιχεία EU¬ROGIP 2004). Στα προαναφερόμενα κόστη δεν συμπεριλαμβάνεται το κόστος για την αποκατάσταση βλαβών και επανένταξη.

Βάσει των ως άνω στοιχείων διαφαίνεται, ότι στη χώρα µας δεν υφίστανται επαγγελματικές ασθένειες σε σχέση µε τα άλλα κράτη µέλη της Ε.Ε. Διαφαίνεται ότι οι συνθήκες υγείας σε σχέση µε την εργασία είναι άριστες και ο επαγγελματικός κίνδυνος έχει μηδενισθεί.

Στην Ελλάδα δυστυχώς η επικρατούσα κατάσταση χαρακτηρίζεται από μια ηθελημένη, άγνοια ως προς τα πραγματικά μεγέθη, τόσο των επαγγελματικών ασθενειών όσο και του ετησίου κόστους που τα χαρακτηρίζει.

Και τούτο διότι ο ακριβής προσδιορισμός του κόστους αυτού συνεπάγεται την αναγνώριση, τον έλεγχο και την καταγραφή, αφ΄ ενός µεν, των βλαπτικών παραγόντων του εργασιακού περιβάλλοντος, αφ΄ ετέρου δε, των επαγγελματικών ασθενειών και των εργατικών ατυχημάτων που στοιχειοθετούν, τους κύριους μηχανισµούς ελέγχου και παρακολούθησης του επαγγελματικού κινδύνου.

Το ετήσιο οικονομικό κόστος που προκύπτει από τον επαγγελματικό κίνδυνο κατ΄ εκτίμηση ανέρχεται τουλάχιστον σε 3 δις. € στη χώρα µας. Αυτό καταβάλλεται από τα ασφαλιστικά ταμεία, δηλαδή εμμέσως από τους ίδιους τους εργαζόμενους, και όχι από την εργοδοσία που ενώ σύμφωνα µε το νόμο έχει την ευθύνη του επαγγελματικού κινδύνου, θεωρώντας την επαγγελματική ασθένεια συνέπεια κάθε εργασιακής δραστηριότητας, σε αντιστοιχία µε την διακινδύνευση των επενδυόμενων κεφαλαίων, πετυχαίνει στην ουσία την κατάργηση της εισφοράς του επαγγελματικού κινδύνου.

Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης εντύπωση προκαλούν τα στοιχεία για 150 εκατομμύρια εργαζόμενους που αριθμεί η Ε.Ε.:

• 10 εκατομμύρια εργαζόμενοι κάθε χρόνο πέφτουν θύματα εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών.

• 8000 από αυτά είναι θανατηφόρα.

• 20 δισεκατομμύρια € καταβάλλονται ετησίως σαν αποζημιώσεις (άμεσο κόστος µόνο)

Το ΙΚΑ είναι ένας από τους λίγους ασφαλιστικούς οργανισμούς στην Ελλάδα που διαθέτει στοιχεία κυρίως για τα ατυχήματα και τίποτα για τα επαγγελματικά νοσήματα. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως βάση για μια εκτενέστερη εξέταση σε εθνικό επίπεδο, αφού είναι ο μεγαλύτερος ασφαλιστικός οργανισμός της χώρας (καλύπτει το 47% του ενεργού πληθυσμού της χώρας και εξυπηρετεί υγειονομικά και άλλα ταμεία).

Το άμεσο κόστος από τις επαγγελµατικές ασθένειες είναι αρκετά σημαντικό. Είναι φυσικά ακόμη πολύ μεγαλύτερο αφού πολλές επαγγελµατικές ασθένειες διαφεύγουν σαν άγνωστες και συνταξιοδοτούνται ως ¨κοινή νόσος¨.

Το κόστος των επαγγελματικών ασθενειών καταβάλλεται από όλο το κοινωνικό σύνολο ανεξαρτήτου μόρφωσης, κοινωνικής και πολιτικής πεποίθησης. Εκτός από το χρηματικό ποσό που παρέχεται από την εθνική οικονομία, τους εργαζόμενους και τους εργοδότες, τεράστιο είναι και το ψυχικό, ηθικό και κοινωνικό κόστος που αναγκαστικά ηθελημένα ή αθέλητα εμπλέκεται να καταβάλει κάθε πολίτης ανεξάρτητα αν τον αφορά άμεσα ή έμμεσα.

Το κόστος για τους εργαζόμενους περιλαμβάνει:

• τις συνέπειες ορισμένων μονίμων καταστά¬σεων και βλαβών που δημιουργούν φυσική, ψυχολογική και ηθική κατάποση και οδηγούν το άτομο σε άλλες, άγνωστες μέχρι εκείνη τη στιγμή προδιαγραφές τρόπου ζωής του για να του αποφέρουν ευεξία

• τις δαπάνες περίθαλψης και νοσηλείας

• την αποζημίωση των ατόμων που σε πρωτογενές ή σε δευτερογενές στάδιο παρέ¬χουν υπηρεσίες

• τη χρηματική και υλικοτεχνική απώλεια λόγω διαφοροποίησης της απασχόλησης ή της µη ενεργούς συμμετοχής του στην εργασία

• τον περιορισμό σε δραστηριότητες µε ποικίλες επιπτώσεις

• • την υλική, ηθική, κοινωνική και ψυχική εμπλοκή των µελών της οικογενείας και των συγγενών του θύματος

Οι παράμετροι για τον υπολογισμό του κόστους είναι:

• ο προσδιορισμός των κινδύνων

• η εξεύρεση των παραγόντων που αποφέρουν κινδύνους

• ο προσδιορισμός του ποίοι παράγοντες αποτελούν μέρος του κόστους

• οι παράγοντες κινδύνου να είναι μετρήσιμοι

• ο καθορισμός των μέτρων για την πρόληψη

• τα στατιστικά στοιχεία για να πραγματοποιηθεί ο υπολογισμός του κόστους σε σχέση µε την πρόληψη

• η οργάνωση της εργασίας

Όσον αφορά το ¨κόστος ζωής¨ η βασικότερη και ίσως η μοναδική παράμετρος για τον υπολογισμό του εφόσον είναι δυνατόν να υπάρξει η ερμηνεία του κόστους για τη ζωή είναι η πρόληψη.

Δεν πραγματοποιείται σε βάθος η ανάλυση όχι µόνο των αιτιών αλλά και του ¨κόστος ζωής¨ από ηθικής, κοινωνικής και ανθρωπιστικής πλευράς, δεν επεξηγείτε η αύξηση του κόστους από οικονομικής πλευράς λαμβάνοντας υπόψη τις συνεχώς μεταλλασσόμενες μορφές της κοινωνίας (νοσήλια, περίθαλψη, συντάξεις, παροχές), δεν λαμβάνονται υπόψη οι παρανόμως εργαζόμενοι, δεν υπολογίζονται αυτοί που κάνουν δεύτερη και τρίτη ερ¬γασία. Η συχνότητα και η σοβαρότητα τού ατυχήματος ή της ασθένειας εάν αυτή γίνεται σε σχέση µε την εργασία, για µεν το ατύχημα γίνεται εμπειρικώς για ένα καθορισμένο πο¬σοστό ασφαλισμένων, για δε τις ασθένειες δεν πραγματοποιείται καθόλου. Σε καμία μέ¬χρι σήμερα μελέτη δεν αναφέρονται ποσοστά για τους απασχολούμενους στον αγροτικό τομέα, στην αλιεία, στην κτηνοτροφία, στο δημόσιο τομέα, στον υγειονομικό κλάδο κ.λπ.

Η Ε.Ε. έχει εκδώσει την Οδηγία 90/326/ ΕΟΚ η οποία περιέχει τον Ευρωπαϊκό Πίνακα Επαγγελματικών Νοσημάτων, µε σκοπό να πραγματοποιηθεί και να χρησιμοποιείται κοινός πίνακας αναφοράς Επαγγελματικών ασθενειών µε στόχο:

• να υπάρχουν συγκρίσιμες στατιστικές στην Ε.Ε.

• να λαμβάνονται προληπτικά μέτρα

• να βοηθά για τη χορήγηση παροχών στους εργαζόμενους (συντάξεις κ.λπ.)

• να βοηθά τα µέλη µε πληροφορίες για τις επαγγελµατικές ασθένειες και τους βλαπτι¬κούς παράγοντες

• να βοηθά στην εκτίμηση του επαγγελματικού κινδύνου

Στην Ελλάδα η μελέτη των επαγγελματικών νόσων έχει πραγματοποιηθεί μόνον εμπειρικώς, λόγω του ότι και τα στατιστικά στοιχεία είναι ανεπαρκή η ουσιαστικότερα ανύπαρκτα. Η συνεχώς εξελισσόμενη εργασιακή και τεχνική υποδομή καθώς και οι μεταλλαγές απασχόλησης απαιτούν και τις ανάλογες μεταρρυθμίσεις διότι και από το υπάρχον καθεστώς διαφαίνεται η ανεπάρκεια και ο αναχρονισμός που δεν είναι δυνατό να ανταποκριθεί στις σύγχρονες απαιτήσεις.

Στη χώρα µας η αναγνώριση και η αποζημίωση της ¨επαγγελματικής νόσου¨ υπόκει¬ται στο άρθρο 40 του Κανονισμού Ασθένειας του ΙΚΑ (ΦΕΚ 132, τ.β΄, 12¬2¬1979) που καθορίζει 52 ασθένειες που χαρακτηρίζονται σαν επαγγελµατικές καθώς και τις παραγωγι¬κές διαδικασίες που εν δυνάμει μπορεί να τις προκαλέσουν.

Μπορεί από μέρους της πολιτείας να πραγματοποιηθεί η σωστή και τεκμηριωμένη ανάλυση για όλο τον πληθυσμό της σχέσης που υπάρχει μεταξύ υγείας – απασχόλησης έχοντας σαν αρχή την πρόληψη και τον προ¬ληπτικό έλεγχο της υγείας. Το κόστος είτε όσον αφορά την ανθρώπινη ζωή, είτε όσον αφορά την οικονομική επιβάρυνση του κρά¬τους θα μειωθεί αισθητά. Έχοντας υπόψη τον αριθμό επιχειρήσεων ή υπηρεσιών και την απασχόληση σε σχέση µε το μέγεθος και τις ειδικότητες κατά απασχόληση μπορεί να γίνει η ανάλογη μελέτη και να υιοθετηθεί ο κατάλ¬ληλος μηχανισμός.

Γνωρίζοντας το κόστος για τις δαπάνες Υγείας, τις δαπάνες Πρόνοιας και τις δαπάνες για την Κοινωνική Ασφάλιση μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή ένας τρόπος μεθοδολογίας για την προσέγγιση και επέμβαση στους χώρους εργασίας.

Ο τρόπος αυτός θα βασίζεται σε πληροφορικά στοιχεία προερχόμενα από την από τη διεθνή εμπειρία μεθοδολογικής ανά¬λυσης του εργασιακού αλλά και του ευρύτε¬ρου εν γένει περιβάλλοντος.

Οι μηχανισμοί επέμβασης θα οδηγήσουν αφενός µεν στη μείωση των ποσοστών των ασθενειών, αφε¬τέρου δε στην ανάλυση των αιτιών που τα προκαλούν και τα δημιουργούν επεμβαίνο¬ντας στον παράγοντα άνθρωπο, στο χώρο εργασίας και στο περιβάλλον. Η µη εκτίμηση μέχρι σήμερα των βλαπτικών παραγόντων στους χώρους εργασίας αφενός µεν οδηγεί στην παντελή έλλειψη της καταγραφής των βασικών στοιχείων για την εφαρμογή της πρόληψης αφετέρου δε στην απαράδεκτη υπάρχουσα εικόνα που δείχνει την έλλειψη όχι µόνο της σοβαρότητας αλλά και του ελέγ¬χου της υγείας του εργαζόμενου πληθυσμού της χώρας µας σε σχέση µε άλλα κράτη µέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεν είναι δυνατόν να µην υπάρχει μέχρι σήμερα συγκεκριμένη μελέτη της σχέσης π.χ. μεταξύ ανάπτυξης της ελληνικής βιομηχανίας ή παραγωγής και επίδραση της, ως ένα βαθμό, στην νοσηρότη¬τα του πληθυσμού. Από τα παρεχόμενα στοι¬χεία μέχρι σήμερα για τα ελληνικά δεδομένα δεν υφίσταται καμία αναλογική σχέση μεταξύ εργασίας – υγείας και κόστος εργασίας – κό¬στος υγείας. Δεν πραγματοποιείται σε βάθος η ανάλυση όχι µόνο των αιτιών αλλά και του ¨κόστος ζωής¨ από ηθικής, κοινωνικής και ανθρωπιστικής πλευράς, δεν επεξήγεται η αύξηση του κόστους από οικονομικής πλευ¬ράς λαμβάνοντας υπόψη τις συνεχώς μετα¬λασσόμενες μορφές της κοινωνίας που επη¬ρεάζουν διάφορους παράγοντες (νοσηλεία, περίθαλψη, συντάξεις, παροχές), δεν λαμβά¬νονται υπόψη οι παρανόμως εργαζόμενοι, δεν υπολογίζονται αυτοί που κάνουν δεύτερη και τρίτη εργασία.

Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει συσχετισμός της συχνότητας και της σοβαρότητας της ¬στην εκτίμηση του επαγγελματικού κινδύνου ασθένειας σε σχέση µε την εργασία.

Τη δεδομένη στιγμή μια από τις παραμέ¬τρους, που συντρέχουν στην µη ενεργό συμμετοχή του ΙΚΑ για την πρόληψη και αντιμε¬τώπιση των επαγγελματικών ασθενειών, είναι η έλλειψη οργανωτικού μηχανισμού μέσα στον ασφαλιστικό οργανισμό ειδικού φορέα επαγγελματικού κινδύνου, που θα αναπτύσ¬σει μια πολιτική πρόληψης του επαγγελματι¬κού κινδύνου (ασθένεια – ατύχημα), αποζημιώσεων των προσωρινά και οριστικά αναπή¬ρων και εργασιακής επανένταξης των ασφαλισμένων του. Βάσει όμως της κείμενης νο¬μοθεσίας Ν. Δ. 4104 (20/9/1960 – ΦΕΚ 147, τ. Α), Β. Διάταγμα 473 (26/7/1961 – ΦΕΚ 119, τ. Α) και του ΚΑΑ έχει την αυτόνομη δυνατότητα παρεμβολής και επέμβασης χω¬ρίς την άμεση συμμετοχή του Υπουργείου Εργασίας και των επιθεωρήσεων εργασίας σε ότι αφορά:

• στα μέτρα που πρέπει να λαμβάνουν οι ερ¬γοδότες

• στον τρόπο άσκησης ελέγχου

• στον τρόπο αναγγελίας των επαγγελματι¬κών ασθενειών

• στον διακανονισμό εισφοράς επαγγελματι¬κού κινδύνου

• στον έλεγχο εφαρμογής των διατάξεων του οργανισμού που αφορούν τις επαγγελµατι¬κές ασθένειες και τα ατυχήματα

Είναι αναγκαία η σύσταση μέσα στον α¬σφαλιστικό οργανισμό ειδικού φορέα επαγ¬γελματικού κινδύνου που θα αναπτύσσει μια πολιτική για την εκτίμησή του. Να επαναλει¬τουργήσει και να τροποποιηθούν η σύσταση, η σύνθεση και οι αρμοδιότητες της ¨Επιτροπής Προλήψεως Εργατικών Ατυχημά¬των¨ Ν. Δ. 4104 (20/9/1960–ΦΕΚ 147, τ. Α).

Η συμμετοχή του ασφαλιστικού φορέα διαμέσου διάγνωσης ή θεραπείας της επαγ¬γελματικής ασθένειας μετά την αναγγελία – δήλωση σε πρωτοβάθμιο στάδιο θα μειώσει αισθητά το κάθε έμμεσο ή άμεσο ¨κόστος¨ για τον ασφαλιστικό φορέα. Θα μπορέσει να υπάρξει ο προγραμματισμός για την µη πε¬ραιτέρω επιδείνωση της ασθένειας (π.χ. αλ¬λαγή θέση εργασίας). Θα μπορέσει να πιεσθεί ο εργοδοτικός φορέας να λάβει τα κατάλληλα μέτρα προστασίας ή να μεταβάλει προς το καλύτερο τον κύκλο της παραγωγικής διαδι¬κασίας (εδώ εισέρχεται το κυμαινόμενο επαγ¬γελματικό ασφάλιστρο). Θα υπάρξει ο ουσια¬στικός και πραγματικός έλεγχος της καταγρα¬φής και της διάγνωσης της επαγγελματικής ασθένειας κατά κατηγορίες εργαζομένων και παραγωγικής διαδικασίας που θα συμβάλει άμεσα στην μεθοδολογία που θα πρέπει να ακολουθηθεί κατά περίπτωση στην εκτίμηση του επαγγελματικού κινδύνου. Θα υπάρξει ο ανάλογος προγραμματισμός, εφόσον το απαι¬τούν οι συνθήκες για την επανένταξη του εργαζόμενου στο κοινωνικό σύνολο. Θα μει¬ωθεί ένα συγκεκριμένο ποσοστό συνταξιού¬χων κατά ορισμένες ηλικίες και επαγγέλματα.

Πρέπει να γίνει επαναφορά ¨της κυμαινόμενης εισφοράς του επαγγελματικού κινδύ¬νου¨ 1%, που έγινε σταθερή (νόμος 2084/92 άρθρο 45 σημείο 4), όπως ορίζεται από το Ν. Δ. 4104 (20/9/1960 – ΦΕΚ 147, τ. Α) και Β. Διάταγμα 473 (26/7/1961 – ΦΕΚ 119, τ. Α) που θα προσδιορίζεται, θα αναπροσαρμόζεται, θα αυξάνει και θα μειώνεται µε βάση όχι µόνο την κατηγορία επιχειρήσε¬ων ή εργασιών, την επικινδυνότητα του πα¬ραγωγικού κλάδου παραγωγής, τα δηλωθέ¬ντα ατυχήματα και επαγγελµατικές ασθένειες αλλά και από τα προκύπτοντα στοιχεία, τον ιατρικό και περιβαλλοντικό έλεγχο. Να αυξηθεί η εισφορά και να συμμετέχουν σε αυτή εκτός από τον εργοδότη, το ίδιο το ΙΚΑ.¬

Σε περίπτωση αναγνώρισης ή διαπίστωσης επαγγελματικής νόσου (σε ποσοστό λιγότερο του 25 % ¬ανώτερο προβλεπόμενο ποσοστό για συνταξιοδότηση λόγω επαγγελματικής νόσου από το ΙΚΑ σήμερα) ο ασφαλιστικός φορέας που ανήκει ο εργαζόμενος θα πρέπει να αυξάνει το ποσοστό ασφάλισης επαγγελματικού κινδύνου στην επιχείρηση µε πρό¬σθετη εισφορά υπέρ του κλάδου σύνταξης και ασθένειας που θα βαρύνει τον εργοδότη και τον ασφαλιστικό φορέα. Εφόσον αυτό δεν είναι δυνατόν να γίνει κατά επιχείρηση θα πρέπει να γίνεται κατά κλάδο επιχειρήσε¬ων ή κατά κατηγορίες επιχειρήσεων. Η όλη διαδικασία θα αφορά µόνο την ασφάλιση ε¬παγγελματικού κινδύνου και δεν θα συγκατα¬λέγεται στην διαδικασία των πρόσθετων ει¬σφορών που ισχύουν ή θα ισχύσουν για τα ¨βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα¨ (ΒΑΕ) ή για άλλες εισφορές. Οι καλυπτόμενοι απα¬σχολούμενοι από τα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα (ΒΑΕ) περιλαμβάνονται στο άρθ. 104 του Κανονισμού Ασφάλισης του Ι¬ΚΑ, που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση της διάταξης του β’ εδαφίου της παρ. 5 του άρθ. 28 του ΑΝ 1846/51. Οι περιλαμβανό¬μενες σε αυτό ειδικότητες και εργασίες είναι περιοριστικές και όχι ενδεικτικές. Αποκλείεται ως εκ τούτου κάθε διασταλτική ερμηνεία ή ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων και σε πα¬ρεμφερείς εργασίες ή ειδικότητες. Η αναβάθμιση της ισχύουσας νομοθεσίας για ¨τα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα¨ (ΒΑΕ) πρέπει να γίνει λαμβάνοντας υπόψη τους διε¬θνώς ισχύοντες πίνακες ή καταλόγους επαγ¬γελματικών ασθενειών και τα διεθνή δεδομέ¬να καταγραφής και αναγνώρισης επαγγελμα¬τικών ασθενειών και όχι βάσει των ισχυόντων μέχρι σήμερα στην Ελλάδα. Η αποδοχή των υπαρχόντων στοιχείων για τον επανακαθορισμό των θα έχει σαν αποτέλεσμα την παντε¬λή υποβάθμιση και αλλοίωση εκτίμησης του επαγγελματικού κινδύνου. Δεν πρέπει να λει¬τουργήσει ο θεσμός των ΒΑΕ σαν ασφαλιστι¬κή απάντηση στον επαγγελματικό κίνδυνο όπως λειτούργησε μέχρι σήμερα ώστε να προσφέρει την ουσιαστική απεμπλοκή της αρχικής ευθύνης του εργοδότη στην κάλυψη του επαγγελματικού κινδύνου διότι η προ¬στασία της ανθρώπινης ζωής δεν είναι δυνα¬τόν να αντιμετωπίζεται µε το κριτήριο κό¬στους – οφέλους για την εργοδοσία.

Η υγιής κατάσταση κάθε ατόμου αναπτύσ¬σεται και διατηρείται από την αλληλεπίδραση του γενότυπου και του περιβάλλοντος. Ο χώ¬ρος εργασίας αποτελεί ένα μέρος του περι¬βάλλοντος που ζει ο άνθρωπος έτσι ώστε η υγεία του να επηρεάζεται κατά μεγάλο βαθμό από την εργασία και μάλιστα από το είδος της εργασίας.

Η προαγωγή της υγείας στους χώρους ερ¬γασίας περιλαμβάνει µια σειρά εξελίξεων από την πρόληψη μέχρι την θεραπεία. Πρόληψη από συγκεκριμένους συντελεστές κινδύνου για την εκτίμηση του επαγγελματικού κινδύ¬νου ώστε να επιτευχθεί η προώθηση της τέ¬λειας φυσικό – ψυχικής ευεξίας. Η ευεξία επι¬φέρει καλυτέρευση των φυσικών δυνατοτή¬των ανάλογα µε το φύλο και την ηλικία και των πνευματικών ικανοτήτων, δημιουργώ¬ντας αποθέματα και ικανότητες προσαρμογής στις ανάλογες καταστάσεις που απαιτεί κάθε εργασία ή ο τρόπος ζωής και την πραγματο¬ποίηση καινούργιων επιτεύξεων διαμέσου είτε της ατομικής δημιουργικής εργασίας είτε µε άλλους τρόπους απασχόλησης.

Η κρατική επέμβαση μπορεί να είναι άμεση ή έμμεση και αποτελεί κοινωνική επιλογή. Εφόσον ο σκοπός ενός υγειονομικού συστήματος είναι η μεγιστοποίηση της κοινωνικής αποδοτικότητας, τότε ο καθορισμός της δομής της αγοράς υπηρεσιών υγείας αποτελεί αναγκαίο στόχο.

Σε επίπεδο επιχείρησης, η αξιολόγηση των συνθηκών εργασίας, η εκτίμηση του επαγ¬γελματικού κινδύνου, έχει πρωταρχική σημα¬σία για την εφαρμογή της πρόληψης διαμέ¬σου της αναγνώρισης, της κωδικοποίησης και της ταξινόμησης των αιτιών και των βλαπτι¬κών παραγόντων στο εργασιακό χώρο και µε απώτερο σκοπό την βελτίωση του σχεδια¬σμού των μελλοντικών συστημάτων εργασί¬ας.

Σύμφωνα µε τα πορίσματα της πρώτης πανκοινοτικής επισκοπικής μελέτης του περι¬βάλλοντος εργασίας, περίπου το 1/3 των ερ¬γαζομένων στην Ε.Ε. πιστεύει ότι η εργασία που εκτελεί εκθέτει την υγεία του σε κίνδυ¬νο. Το αποτέλεσμα είναι, το 12% των εργα¬ζομένων να έχουν αλλάξει επάγγελμα μέσα στα τελευταία δέκα έτη για να βρουν μια νέα πιο υγιεινή εργασία ενώ ένα επιπλέον 7% έχει, τουλάχιστον, καταβάλει προσπάθεια αλ¬λαγής.

Η κατάσταση παραμένει ιδιαίτερα δύσκολη µε σοβαρές και ομολογημένες τις αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των εργαζομένων είτε µε:

• τη μορφή των εργατικών ατυχημάτων

• τη μορφή των επαγγελματικών ασθε¬νειών (μηδαμινή και σποραδική η διερεύ¬νηση των στη χώρα µας)

• τη μορφή της πρόωρης φθοράς της υγεί¬ας των εργαζομένων όχι µόνο στον πρω¬τογενή τομέα παραγωγής αλλά και στον δευτερογενή και τριτογενή

Οι συνέπειες ενός τέτοιου αρνητικού απο¬λογισμού αντανακλάται στην προσωπική και οικογενειακή ζωή του εργαζόμενου, τους α¬σφαλιστικούς φορείς και στην ίδια παραγωγικότητα της εργασίας.¬

Βασικά αίτια αυτής της ¨κακοδαιμονίας¨ είναι η έλλειψη καθαρής πολιτικής βούλησης που εξαντλείται μέχρι τον ονοματισμό απλά θεσμών και νομοθεσίας και της αναγκαστικής ενσωμάτωσης µε την Ε.Ε., για την Υ+ΑΕ αρ¬νούμενη να προχωρήσει στην ανάπτυξη αφε¬νός µεν των απαραίτητων υποδομών και υ¬πηρεσιών που η ίδια η πολιτεία αναγνώρισε σαν απαραίτητα (νόμος 2519/97 και Π.Δ. 17/96) αφετέρου δε των εξειδικευμένων επι¬στημονικών στελεχών που θα στελεχώσουν και θα δημιουργήσουν τις αντίστοιχες υποδομές και υπηρεσίες, συμβάλλοντας ουσιαστικά και όχι ονομαστικά στον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας µας σε ένα τόσο ευαίσθητο θέμα.

Στη μέχρι σήμερα διαδρομή για την Υ+ΑΕ η θέση, η παρέμβαση του οργανωμένου Σ.Κ. και της ΓΣΕΕ, ήταν επίμονη συστηματική και πάντα τεκμηριωμένη. Σειρά ρυθμίσεων και μεταρρυθμίσεων στα προαναφερόμενα και ειδικά στο σκέλος των υποδομών ήσαν προ¬τάσεις του ανώτατου συνδικαλιστικού οργά¬νου της χώρας που η ίδια η πολιτεία υιοθέτη¬σε έστω μερικώς και διαστρεβλωμένα.

Σήμερα είναι προφανές, ωστόσο ότι συγκε¬κριμένα οικονομικά ή και πολιτικά ίσως συμ¬φέροντα που πλήττονται από μια τέτοια προ¬οπτική, της ουσιαστικής και πραγματικής βελ¬τίωσης των συνθηκών εργασίας και την μετά από 23 έτη µη αποτελεσματικής και ουσιαστι¬κής προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων έχουν επιβάλλει είτε άμεσα, είτε έμμεσα τις δικές τους επιλογές εμποδίζοντας και αναστέλλοντας αυτή την προοπτική µε δυο τρόπους:

• Μη επιτρέποντας την ανάπτυξη των απα¬ραίτητων υποδομών και ειδικά αυτών δημοσίου χαρακτήρα που θα ασκούν τον έλεγχο

• Εμποδίζοντας µε έμμεσο τρόπο την ύπαρξη ουσιαστικής παραγωγής σε εξειδι¬κευμένο προσωπικό (ιατρούς εργασίας, τεχνικούς ασφάλειας, τεχνικό προσωπι¬κό).

Οι προσπάθειες αυτές έχουν επικεντρωθεί, υιοθετηθεί και προωθηθεί µε ιδιαίτερη επιμο¬νή και μεθοδικότητα τα τελευταία χρόνια διαμέσου αποτρεπτικών όρων υποβάθμισης της ιατρικής της εργασίας κυρίως αλλά και των τεχνικών ασφάλειας.

Σκοπός της επιτροπής για τον καθορισμό των ΒΑΕ θα πρέπει να είναι, µέσω των προτάσεων που θα καταθέσει, σε ότι αφορά στην υγεία των εργαζομένων κατά την εργασία, να διαμορφωθεί ένα σύστημα αξιολόγησης της επικινδυνότητας βασισμένο σε επιστημονικά κριτήρια.

Οποιαδήποτε εμπλοκή σε μελέτη για γνω¬μοδότηση κριτηρίων, που συνδέονται ή σχε¬τίζονται µε οικονομικά επιδόματα ή άλλου είδους επιδόματα των μισθωτών, δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες των ιατρών. Οι αρχές της ιατρικής επιστήμης και δη της ιατρικής της εργασίας καθώς και της ιατρικής δεοντολογί¬ας, σε ό,τι αφορά στην υγεία των εργαζομέ¬νων και τη διαφύλαξη αυτής, δεν υπόκεινται σε κανένα οικονομικό προϋπολογισμό, ούτε αντιστοιχούν σε κανένα οικονομικό αντίκρι¬σμα ή απορρέουν από οποιαδήποτε συναλλα¬γή. Ομοίως, και ο απόλυτα επιστημονικός σκοπός για τη διαφύλαξη της υγείας των ερ¬γαζομένων δεν αντιστοιχεί σε κανένα οικονο¬μικό αντίκρισμα, ούτε πρέπει να απορρέει ή να είναι αποτέλεσμα οποιασδήποτε συναλλα¬γής.

Από ιατρικής πλευράς η επιτροπή για τα ΒΑΕ θα πρέ¬πει να αποφανθεί µε αμιγώς επιστημονικά κριτήρια, βασισμένα στις αρχές της ιατρικής επιστήμης, σε θέματα που αφορούν αποκλειστικά και μόνο στην υγεία των εργαζομένων.¬

Η επικινδυνότητα ποτέ και σε καμία εργα¬σία, οποιουδήποτε τύπου, δεν είναι ούτε μη¬δενική, ούτε αμελητέα. Σε κάθε τόπο, χρόνο, θέση ή χώρο εργασίας η εν δυνάμει επικινδυ¬νότητα θα υφίσταται πάντα και παντού. Η επικινδυνότητα προσλαμβάνει διάφορες μορ¬φές βαρύτητας, λαμβάνοντας υπόψη και άλλες παραμέτρους, εκτός των βλαπτικών παραγόντων στους χώρους εργασίας, την οργάνωση εργασίας, τις δυσμενείς κλιματικές – μικροκλιματικές συνθήκες, τη φύση της εργασίας, το χρόνο, το χώρο και τον τόπο εργασίας. Η υποκειμενικότητα – ανά άτομο – σε θέματα, που αφορούν στην υγεία χρήζει ιδιαίτερης προσοχής και αξιολόγησης. Η εκτί¬μηση της υγείας δεν πρέπει να γίνεται µόνο κατά σύνολο – κατηγοριοποίηση – και ομοιο¬γενείς ομάδες εργαζομένων, αλλά και κατά µόνας, λαμβάνοντας υπόψη ξεχωριστά τις ιδιαιτερότητες κάθε ανθρώπου.

Η αξιολόγηση της υγείας οποιουδήποτε ερ¬γαζομένου σε σχέση µε την εργασία του δεν υπολογίζεται µε ακέραιες και απόλυτες μονά¬δες. Ο υπολογισμός πρέπει να έχει ένα ευρύ φάσμα ποσόστωσης, ούτως ώστε να δύναται ο προσδιορισμός να είναι σαφέστερος. Ως εκ τούτου, η αξιολόγηση των επιπτώσεων στην υγεία των εργαζομένων θα πρέπει να γίνεται επί τοις εκατό (%), λαμβάνοντας υπόψη όλους τους προαναφερόμενους παράγοντες, οι οποίοι προσδιορίζουν την επικινδυνότητα και τον επαγγελματικό κίνδυνο.

Για την πιο σωστή λειτουργία και άρτια διε¬ξαγωγή της διαδικασίας προς την επίτευξη των στόχων της επιτροπής θα πρέπει να ληφ¬θούν ιδιαιτέρως υπόψη οι σχετικές αξιολογή¬σεις και εκτιμήσεις, όσον αφορά στην επικιν¬δυνότητα και τον επαγγελματικό κίνδυνο. Επιπλέον, η επιτροπή θα πρέπει να λάβει υ¬πόψη στο έργο της και όλα τα στοιχεία, τα οποία πρέπει να κατατεθούν από τους ασφα¬λιστικούς φορείς όλων των εργαζομένων ως προς τη νοσηρότητα, το χρόνο απουσίας, την αποκατάσταση, την επανένταξη, και τη θνη¬σιμότητα σε σχέση µε τη θέση εργασίας ή την αλλαγή εργασίας τους και την κατηγορία – ειδικότητα, ούτως ώστε να μπορεί να προβεί στην ανάλογη αξιολόγηση των στοιχείων και να αποφανθεί πληρέστερα για την αντίστοιχη ποσόστωση της επικινδυνότητας.

Όλη η ως άνω διαδικασία είναι χρονοβόρα και θα πρέπει να γίνει σε βάθος χρόνου. Θα πρέπει να υπάρχει μόνιμη επιτροπή από ειδι¬κούς επιστήμονες που τουλάχιστον κάθε πε¬νταετία θα αναβαθμίζει τον πίνακα των ΒΑΕ βάσει των προαναφερομένων στοιχείων που θα τις παρέχουν οι ασφαλιστικοί φορείς των εργαζομένων. Βάσει των πορισμάτων της επιτροπής και των στοιχείων του φορέα ε¬παγγελματικού κινδύνου θα ρυθμίζεται και ανάλογα το ¨ασφάλιστρο¨ επαγγελματικού κινδύνου ανά επιχείρηση ή φορέα που θα αφορά όλες τις κατηγορίες των εργαζομένων και όχι µόνο για τον κλάδο της βιομηχανικής παραγωγής που ισχύει μέχρι σήμερα.

Σχετικά µε την πολιτική του εργατικού κι¬νήματος που θα αφορά την θέση του για τα ΒΑΕ εκτός των θέσεων του για την άμεση βελτίωση των συνθηκών εργασίας βάσει συ¬γκεκριμένης πολιτικής που θα καθορίζεται από τους κοινωνικούς φορείς και το κράτος και λαμβάνοντας υπόψη όλα τα προαναφερό¬μενα οι ενέργειες του συνδικαλιστικού κινήματος θα πρέπει να στηρίζονται στους εξής άξονες για τους απασχολούμενους στα ΒΑΕ που θα απαιτούν:

• Την ημερήσια μείωση του χρόνου απα¬σχόλησης των εργαζόμενων

• Την αύξηση των ημερών άδειας και ανά¬παυσης των εργαζομένων

• Τη ρύθμιση των ωραρίων εργασίας και της βάρδιας

• Τον καθορισμό τρόπου απασχόλησης του γυναικείου φύλου σε σχέση και µε τη μη¬τρότητα

• Τον υποχρεωτικό περιοδικό έλεγχο της υγεία των μισθωτών από τον κατά περί¬πτωση εργοδοτικό φορέα ανάλογα την α¬πασχόληση και τον βαθμό επικινδυνότη¬τας, την ηλικία, το φύλο (επαγγελματικός κίνδυνος)

• Τον καθορισμό επανένταξης στην εργασία µετά από ασθένεια (είτε κοινή, είτε επαγγελματική) και ατύχημα χωρίς μείωση των αμοιβών και αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου

• Τον καθορισμό αποκατάστασης και σε σχέ¬ση µε την οικογενειακή κατάσταση του καθενός και κατά περίπτωση αφενός µεν διαμέσου συνεχούς χρηματικής αμοιβής αλλά και της ταυτόχρονης κοινωνικής και ηθικής ανταμοιβής

• Τον καθορισμό πρόωρης συνταξιοδότησης για όλες τις κατηγορίες των ΒΑΕ καθώς και την πρόωρη συνταξιοδότηση ανάλογα µε το φύλο και τον βαθμό επικινδυνότητας βάσει της εκτίμησης του επαγγελματικού κινδύνου (εξέταση βαθμού νοσηρότητας και θνησιμότητας του εργατικού δυναμι¬κού αλλά και κατά περίπτωση), και

• Τη μεταβαλλόμενη αύξηση του βασικού μισθού ανάλογα την επικινδυνότητα και τις κατηγορίες των ΒΑΕ

Σε κάθε περίπτωση μέχρι την πραγματο¬ποίηση των ανωτέρω οποιαδήποτε αλλαγή του πίνακα των ΒΑΕ θα πρέπει να γίνει έστω βασιζόμενη την Οδηγία 90/326/ΕΟΚ η οποία περιέχει τον Ευρωπαϊκό Πίνακα Επαγ¬γελματικών Νοσημάτων εισάγοντας τα αντίστοιχα επαγγέλματα ανάλογα µε τους βλαπτικούς παράγοντες και τις ασθένειες.