Οι ανάγκες ανάπτυξης δημόσιων Δομών αποκατάστασης σε ένα νέο σύστημα περίθαλψης

28

Τριγώνης Βαγγέλης *

Οι βίαιες και έντονες ανατροπές, που πραγματοποιούνται στα χρόνια των μνημονιακών πολιτικών, στην απασχόληση, τις εργασιακές σχέσεις, τις αμοιβές και το κόστος εργασίας, θίγουν άμεσα και τον πυρήνα του κοινωνικού κράτους, την ασφάλιση, την περίθαλψη, την εκπαίδευση, τις κοινωνικές πολιτικές και παροχές.

 

Στα πλαίσια αυτά οι επιπτώσεις στην υγεία του πληθυσμού είναι εμφανείς και επιδημιολογικά μετρήσιμες.

Είναι πια ευρύτερα αποδεκτό ότι, η ανθρωπιστική κρίση μαστίζει την ελληνική κοινωνία και είναι επιτακτικές οι πολιτικές για την ανάσχεσή της και την ανασύσταση των δομών κοινωνικής προστασίας, στις οποίες πρώτιστος είναι ο ρόλος της περίθαλψης και προστασίας της υγείας του πληθυσμού.

Οι δομές αποκατάστασης μέχρι σήμερα

Το σύστημα υγείας που αναπτύχθηκε στην Ελλάδα μεταπολεμικά, ακόμα και μετά την καθιέρωση του ΕΣΥ το 1983, αγνόησε επιδεικτικά δύο από τους βασικούς πυλώνες του. Την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, αλλά και την Αποκατάσταση και την μετανοσοκομειακή περίθαλψη. Ειδικά η τελευταία αποτέλεσε τον «φτωχό συγγενή» του συστήματος περίθαλψης στη χώρα μας.

Είναι χαρακτηριστικό, όσο και αποκαρδιωτικό ότι η χώρα, που βρίσκεται στις πρώτες θέσεις διεθνώς στα τροχαία ατυχήματα, να στερείται επαρκών κέντρων για την αποκατάσταση των βαρέως πασχόντων πολυτραυματιών και των κινητικών αναπηριών που προκύπτουν από αυτά.

Στα χρόνια που πέρασαν, το σύνολο των δομών που παρέχουν κινητική αποκατάσταση περιλαμβάνονταν στις δομές Κοινωνικής Πρόνοιας, που με πενιχρούς οικονομικούς πόρους και υποστελέχωση των υπηρεσιών, ουσιαστικά αφέθηκε να αντιμετωπίσει τις περισσότερες φορές «ασυλικά», τον μεγάλο όγκο των περιστατικών. Η πολιτεία προσανατολίστηκε και αρκέστηκε σε μια επιδοματική πολιτική για την αντιμετώπιση της αναπηρίας και αγνόησε πλήρως και επιδεικτικά την επανένταξη και επανενσωμάτωση των αναπήρων στον κοινωνικό και παραγωγικό ιστό. Η πρόσφατη μάλιστα αποκοπή της Πρόνοιας από το Υπουργείο Υγείας και η ένταξή της στο αντίστοιχο της Εργασίας, αποξένωσε συμβολικά αλλά και ουσιαστικά τις δομές της Πρόνοιας από το Σύστημα Υγείας και Δημόσιας Περίθαλψης. Αφήνοντάς το επιδεικτικά, ή στον μαρασμό και την διάλυση, ή βορά στα χέρια ιδιωτών κερδοσκόπων, που ή με τον μανδύα της φιλανθρωπίας με τις διάφορες διαχρονικές εκφάνσεις της (ΠΙΚΠΑ, ΕΛΕΠΑΑΠ παλαιότερα και οι σύγχρονες ΜΚΟ), ή με τον πακτωλό των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων βρήκαν παρθένο χώρο για την επιχειρηματική τους κερδοφορία.

Αποτέλεσμα όλων αυτών να παρατηρούνται οι παρακάτω τραγικά ασύλληπτες αντιθέσεις.

Η Ελλάδα στήριξε επί χρόνια την οργάνωση της αποκατάστασης ουσιαστικά σε ένα Κέντρο, που βρίσκεται αναπτυγμένο στη Δυτική Αθήνα (Ίλιο), στο Εθνικό Κέντρο Αποκατάστασης (πρώην Εθνικό Ίδρυμα Αποκατάστασης Αναπήρων ΕΙΑΑ). Το κέντρο αυτό είχε όλη την υλικοτεχνική υποδομή και ανέπτυξε όλη την τεχνογνωσία για την αποκατάσταση της κινητικής αναπηρίας. Το κέντρο αυτό όμως,  μέσα από τις συμπληγάδες, όλων των χρόνιων πολιτικών απαξίωσης του τομέα της αποκατάστασης, όσο και κύρια των πρόσφατων μνημονιακών πολιτικών στην υγεία, βρίσκεται σήμερα «ένα βήμα πριν την κατάρρευση», όπως αναλυτικά μας παρουσιάζει και ο πρόεδρος του Συλλόγου Εργαζομένων Χρήστος Κόνιαρης. Με αιτία την έλλειψη κεντρικού σχεδιασμού για την αποκατάσταση, το κέντρο βρίσκεται σήμερα με συσσωρευμένα προβλήματα, αδυνατώντας να ανταποκριθεί στις ευρύτερα αυξημένες ανάγκες. Παραμένει χρόνια υποστελεχωμένο και υποχρηματοδοτούμενο, με σημαντικές φθορές στις κτιριακές εγκαταστάσεις του και προβλήματα στην οργάνωση και επαρκή λειτουργία των υπηρεσιών του, στοιχεία που θα αναπτυχθούν λεπτομερώς και από τον ίδιο τον πρόεδρο στην παρέμβασή του.

Το σύνολο όλων των υπόλοιπων προνοιακών ιδρυμάτων σε όλη την επικράτεια, που ενώ πάντα ήταν απαξιωμένα και οδηγούνταν συχνά στην πράξη σε άσυλα ψυχών και σωμάτων, σήμερα τα περισσότερα έχουν κλείσει ή ετοιμάζονται να κλείσουν. Πολλά από αυτά μάλιστα με υπερσύγχρονες κτιριακές υποδομές, αφού κατευθύνθηκαν σημαντικά ευρωπαϊκά κονδύλια, χωρίς κεντρικό σχεδιασμό και προγραμματισμό των πραγματικών αναγκών κάθε περιοχής. Κατασκευάστηκαν τα περισσότερα ως θυσία στο βωμό του ψηφοθηρικού και πελατειακού κράτους των κατά τόπους βουλευτών και υπουργών.  Αυτή τη στιγμή 15 υπερσύγχρονοι χώροι στην Αμφιλοχία, τη Θήβα αλλά και σε όλη την Ελλάδα είναι σφραγισμένοι, περιμένοντας να λειτουργήσουν. Μάταια, αν και σωστά, διασυνδέθηκαν ή εντάχθηκαν σε Περιφερειακά Νομαρχιακά Νοσοκομεία, αδυνατούν όμως να αξιοποιηθούν, αφού στερούνται του απαραίτητου προσωπικού. Εδώ αξίζει να αναφέρουμε ότι το σύνολο του δημόσιου συστήματος υγείας, έχει αποστερηθεί είκοσι χιλιάδων στελεχών του για την επαρκή και αξιόπιστη λειτουργία του.  Αντίστοιχοι τεράστιοι χώροι στα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία (π.χ. Ιωάννινα), ενώ κατασκευάστηκαν και εξοπλίστηκαν με εθνικούς και κοινοτικούς πόρους για να λειτουργήσουν ως Κλινικές Αποκατάστασης, παραμένουν κλειστοί χωρίς προσωπικό και παραχωρούνται για άλλες λειτουργίες. Τέτοια περίπτωση αφορά την περιοχή της Δυτικής Αθήνας στο Αττικό Νοσοκομείο. Στην ίδια περιοχή αξίζει να αναφέρουμε και το Κέντρο Αποκατάστασης στον Σκαραμαγκά, που με αξιόλογους χώρους παραμένει κλειστό και πρόσφατα διατέθηκε για αλλότριους σκοπούς. Πρέπει ακόμα να σημειώσουμε ότι από τις περίπου 180 κλίνες που στα χαρτιά τουλάχιστον διαθέτει η χώρα στις 6 συνολικά κλινικές ΦΙΑΠ, καμιά δεν βρίσκεται στην περιφέρεια.

Απέναντι σε όλα αυτά, που μόνο επιγραμματικά περιγράφονται, η κερδοσκοπία των μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων βρήκε πρόσφορο και παρθένο, καλά προετοιμασμένο έδαφος, για να αναπτύξει μια υπέρμετρη δραστηριότητα στο χώρο της αποκατάστασης, τα τελευταία χρόνια, απομυζώντας τους δημόσιους πόρους.

Είναι προκλητικό, είκοσι (20) ιδιωτικά ΚΑΑ να έχουν αναπτυχθεί μόνο στον Θεσσαλικό κάμπο (σε ολόκληρο το Βέλγιο με αντίστοιχο της Ελλάδας πληθυσμό λειτουργούν 7 ΚΑΑ). Ενώ αντίστοιχα ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια στα προάστια της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και των άλλων μεγάλων πόλεων, με προγράμματα ΕΣΠΑ στην κατασκευή τους και ουσιαστικά κρατικοδίαιτα, αφού απομυζούν τους πόρους του ΕΟΠΥΥ, με την κατευθυνόμενη και προκλητή πολλές φορές συνταγογράφηση. Ένα ουσιαστικά χαριστικό νομικό πλαίσιο προβλέπει τους όρους ίδρυσης και λειτουργίας τους, όπου προβλέπει προκλητικά, έναν γιατρό σε τριακόσιες κλίνες και μία νοσηλεύτρια σε σαράντα. Ενώ ο ΕΟΠΥΥ χαριστικά κατήργησε την υποχρέωση παραπομπής από επιτροπή, οπότε απλά μυοσκελετικά περιστατικά που μπορούσαν να αντιμετωπιστούν σε ένα εργαστήριο φυσικοθεραπείας με κόστος 15 € ανά συνεδρία, να οδηγούνται σε ΚΑΑ με αντίστοιχο κόστος 70 €. Αναλογιστείτε την προκλητική σπατάλη δημόσιων πόρων. Το συγκεκριμένο έχει καταγγείλει ο ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή από τον Φεβρουάριο του 2013.

Τι πρέπει να γίνει;

Όταν τον Μάρτιο του 2000 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στη Λισαβόνα αποφάσιζε ότι «Η  επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό και η ανάπτυξη ενός ενεργητικού και δυναμικού κράτους πρόνοιας θα είναι αποφασιστικής σημασίας για τη θέση της Ευρώπης στην οικονομία της γνώσης και για να διασφαλισθεί πως η ανάδυση αυτής της νέας οικονομίας δεν θα διογκώσει τα υπάρχοντα κοινωνικά προβλήματα της ανεργίας, του κοινωνικού αποκλεισμού και της φτώχειας», κανείς και τίποτα δεν προμήνυαν την ακραία και βίαιη κατάρρευση αυτού του κράτους πρόνοιας, που βιώνει στις μέρες μας η ελληνική κοινωνία.

Η ανακοπή αυτής της κατάρρευσης, η ανασύνταξη, η αναδιάρθρωση και η ενίσχυση των δομών περίθαλψης, είναι, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, αναγκαία και επιτακτική σήμερα. Η υγεία, πέρα από ένα κοινωνικό αγαθό που επιβάλλεται να παρέχεται ισότιμα, δωρεάν και χωρίς αποκλεισμούς, από το δημόσιο σύστημα περίθαλψης, αποτελεί τόσο μέτρο ανάσχεσης της ανθρωπιστικής κρίσης, όσο και μέσο ανάπτυξης, αρκεί να σχεδιαστεί σωστά και ισόρροπα.

Και αυτό το καθήκον, σ’ αυτές τις ακραία δυσμενείς συνθήκες, αναλαμβάνει να διαχειριστεί ανάμεσα σε τόσα άλλα, η σημερινή Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.

Η αναγκαιότητα ενός ισχυρού δημόσιου συστήματος υγείας, με ισόρροπα αναπτυγμένες όλες τις βαθμίδες περίθαλψης, από την πρωτοβάθμια (κυρίως), ως την τριτοβάθμια και την μετανοσοκομειακή, με όλες τις δομές αποκατάστασης, αλλά και της βοήθειας στο σπίτι, με ισόρροπη διάχυση όλων αυτών των υπηρεσιών, σε όλες τις περιφέρειες της χώρας και η ευκολία πρόσβασης χωρίς αποκλεισμούς ή περιορισμούς, δεν αποτελούν απλά διαπιστώσεις ή διακηρυγμένες αρχές. Αποτελούν προτεραιότητες, που πρέπει και μένει να μπουν σε στάδιο σταδιακής εφαρμογής.

Η μεταφορά πόρων και η επαρκής χρηματοδότηση του συστήματος περίθαλψης αποτελεί φυσικά την ικανή και αναγκαία προϋπόθεση, σε συνδυασμό με τον σωστό και σε βάθος σχεδιασμό, τις λειτουργικές αλλαγές στη διοικητική διάρθρωση και τις λειτουργίες του Συστήματος και των δομών του.

Όσο αφορά τις δομές αποκατάστασης επιβάλλεται η ισόρροπη ανάπτυξή τους σε όλη την περιφέρεια της χώρας. Η αξιοποίηση των υπαρχουσών και παροπλισμένων σήμερα δημόσιων δομών, επιβάλλεται περισσότερο σήμερα, γιατί θα συμβάλλει και στην εξοικονόμηση πόρων, μεταφέροντάς τους στο δημόσιο σύστημα περίθαλψης από τα ιδιωτικά επιχειρηματικά συμφέροντα, που υπέρμετρα και άναρχα τους σπαταλούν. Είναι ρεαλιστική η ανάπτυξη και λειτουργία κέντρων αποκατάστασης στο επίπεδο κάθε διοικητικής περιφέρειας, με διασύνδεσή τους με τα αντίστοιχα Περιφερειακά Νοσοκομεία, για την επαρκή ιατρική και διοικητική υποστήριξη. Παράλληλα η ανάπτυξη κλινικών φυσικής ιατρικής σε μεγάλα περιφερειακά γενικά Νοσοκομεία, θα συμβάλει στην αντιμετώπιση των αρχικών σταδίων των βαρέων καταστάσεων και θα περιορίσει τις άσκοπες μετακινήσεις των ασθενών. Τα παραπάνω προϋποθέτουν την στελέχωση των Νοσοκομείων και των ΚΑΑ με το απαραίτητο εξειδικευμένο προσωπικό κρίσιμων για την λειτουργία των αντίστοιχων κέντρων ειδικοτήτων, από γιατρούς, φυσικοθεραπευτές, εργοθεραπευτές, λογοπεδικούς, ειδικούς νοσηλευτές, ψυχολόγους, φροντιστές ασθενών. Παράλληλα, για την διάχυση των υπηρεσιών σε όλα τα αστικά και ημιαστικά κέντρα, επιβάλλεται η ανάπτυξη και η στελέχωση χώρων εργαστηρίου φυσικοθεραπείας σε όλες τις δημόσιες δομές της ΠΦΥ (Πρωτοβάθμιου Δικτύου Υπηρεσιών Υγείας) των περιφερειακών και αστικών ΚΥ , ώστε να αντιμετωπίζονται χρόνια περιστατικά, αλλά και άλλες μυοσκελετικές διαταραχές, από την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Τέλος το δημόσιο δίκτυο αυτών των υπηρεσιών πρέπει να περιλαμβάνει και υπηρεσίες κατ’ οίκον υποστήριξης, ανάλογων με υπηρεσίες που από πολύ παλαιότερα είχε καθιερώσει το πρώην ΙΚΑ, ή των προγραμμάτων «βοήθεια στο σπίτι», με ιατρική, νοσηλευτική, φυσικοθεραπευτική και όποια άλλη ειδική υποστήριξη.

Επίλογος

Η οργανωμένη και συστηματική αντιμετώπιση της κινητικής αναπηρίας, η επανεκπαίδευση αλλά κυρίως η κοινωνική και εργασιακή επανένταξη των ασθενών με κάθε μορφής αναπηρία, απαιτεί σίγουρα ένα πλήρες, οργανωμένο, συνεκτικό και καλά σχεδιασμένο σύνολο υπηρεσιών φροντίδας υγείας. Πρώτιστα όμως επιβάλλει την απόρριψη και ανατροπή των κοινωνικών στερεότυπων, αυτών που εντέλει συνέβαλαν στην απαξίωση των δομών αποκατάστασης μέσα στο δημόσιο σύστημα περίθαλψης. 

Η εισήγηση έγινε στην ημερίδα της Νομαρχιακής Επιτροπής Δυτικής Αθήνας του ΣΥΡΙΖΑ για την Υγεία

 

* Τριγώνης Βαγγέλης

Φυσικοθεραπευτής, ΜΑ

Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών «Γ. Γεννηματάς»

Εργ. Συνεργάτης Τμ. Φυσικοθεραπείας ΤΕΙ Αθήνας

Μέλος του ΚΔΣ του Πανελληνίου Συλλόγου Φυσικοθεραπευτών

Προηγούμενο άρθροΜΕΤΑ Ευαγγελισμού: Αποκρούουμε το κλίμα τρομοκρατίας κι αυταρχισμού Συνεχίζουμε τον αγώνα για τα δικαιώματά μας
Επόμενο άρθροΕπιτέλους, τέλος στο εισιτήριο των 5 ευρώ στα Νοσοκομεία και τις μονάδες υγείας