Κατά την περίοδο του COVID μπορεί οι υγειονομικοί να εισέπραξαν από την κυβέρνηση «τσάι και συμπάθεια» καθώς και πολλές υποσχέσεις. Στη συνέχεια όμως όλα αυτά ξεχάστηκαν και η «κανονικότητα», όπως την εννοεί το σύστημα, επανήλθε με τη συνέχιση των πολιτικών λιτότητας.
Σε αυτή την κατεύθυνση κινείται και η αύξηση των 100 ευρώ στα επιδόματα επικίνδυνης εργασίας για τα σώματα καταστολής που σχεδιάζει να δώσει η κυβέρνηση, ενώ οι υγειονομικοί δεν έχουν να λαμβάνουν ούτε ένα λεπτό στο νοσοκομειακό-ανθυγιεινό επίδομα.
Αν, μάλιστα, αυτό συνδυαστεί με τις αυξήσεις-ψίχουλα που σχεδιάζει να δώσει η κυβέρνηση στους δημοσίους υπαλλήλους –και κατά συνέπεια σε όλους τους υγειονομικούς– ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι η επόμενη περίοδος θα είναι ιδιαίτερα δύσκολη.
Προφανώς, δεν είναι στις προθέσεις μας να καλλιεργήσουμε τον κοινωνικό αυτοματισμό· θέλουμε απλώς να επισημάνουμε ότι η ενίσχυση των δυνάμεων καταστολής αυτή τη χρονική στιγμή δεν είναι καθόλου τυχαία.
Την περίοδο αυτή εξαιτίας της συνέχισης των πολιτικών λιτότητας, της επίδρασης των μνημονιακών μέτρων που θα μας συνοδεύουν μέχρι το 2060 αλλά και της εμφανούς δυσφορίας που επικρατεί σε μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας –και πρώτα απ’ όλα στους εργαζομένους– λόγω της κυβερνητικής πολιτικής, οι δυνάμεις καταστολής αποτελούν το τελευταίο αποκούμπι του συστήματος. Αυτό άλλωστε έγινε απόλυτα εμφανές σε μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας στις πρόσφατες κινητοποιήσεις για τα Τέμπη όπου οι δυνάμεις καταστολής επιχείρησαν να διαλύσουν τις μεγάλες συγκεντρώσεις.
Την κατάσταση αυτή επιδεινώνει το γεγονός ότι η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα συνδικαλιστικό κίνημα στον χώρο της υγείας, στο οποίο κυριαρχούν δυνάμεις που βρίσκονται σε ανοιχτή συνεννόηση μαζί της, με στόχο το μπλοκάρισμα κάθε οργανωμένης αντίδρασης στην πολιτική της. Οι αποσπασματικές κινήσεις, που έχουν περισσότερο επικοινωνιακό χαρακτήρα και εξαγγέλλονται κατά καιρούς χωρίς μαζικές διαδικασίες βάσης, αντί να βοηθούν, αποδυναμώνουν το υγειονομικό κίνημα.
Η αλλαγή των συσχετισμών είναι αναγκαία, όμως δεν μπορεί να επιτευχθεί όσο το κίνημα βρίσκεται στα τάρταρα και κυριαρχούν οι εξυπηρετήσεις, οι πελατειακές σχέσεις και, πάνω απ’ όλα, τα σωματεία παραμένουν υπό την επιρροή της εργοδοσίας.
Επιπλέον, οι δυνάμεις που θέλουν να χαρακτηρίζονται ταξικές (βλ. ΠΑΜΕ) αρνούνται οποιονδήποτε συντονισμό στη βάση των σωματείων, με στόχο την οργάνωση ενός μαζικού, διαρκείας αγώνα που θα μπορούσε να αποτελέσει αντίβαρο στον κυρίαρχο κυβερνητικό συνδικαλισμό των ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ.
Η στάση αυτή του ΠΑΜΕ αξιοποιείται από την κυβέρνηση, προκειμένου να περνά αντεργατικά μέτρα και να προχωρά σε ανατροπές στον χαρακτήρα και τις παροχές του ΕΣΥ, χωρίς σοβαρές αντιστάσεις.
Το ΜΕΤΑ Υγειονομικών έχει επισημάνει ότι όσο οι εργαζόμενοι στην υγεία δεν παίρνουν την υπόθεση των σωματείων στα χέρια τους, με στόχο τη συγκρότηση ενός αυτόνομου, ταξικού, αγωνιστικού υγειονομικού κινήματος, όσο οι διαδικασίες βάσης λείπουν από τα πρωτοβάθμια σωματεία, τόσο η πληγή θα κακοφορμίζει και θα οδηγούμαστε από ήττα σε ήττα.