Μόνο ως μια προσπάθεια συγκάλυψης των αθέμιτων πρακτικών μπορεί να εκληφθεί η απάντηση του Υπουργείου Υγείας σε ερώτηση που έγινε στη Βουλή σχετικά με τις πρόσθετες χρεώσεις των ιδιωτικών κλινικών προς ασφαλισμένους του ΕΟΠΥΥ. Σύμφωνα με τον Υπουργό Υγείας, «καμία ιδιωτική μονάδα υγείας δεν μπορεί να ζητάει χρήματα από ασφαλισμένους για παροχές που δεν προβλέπονται από τη σύμβαση που έχει με τον ΕΟΠΥΥ».
Μάλιστα, σύμφωνα με σειρά δημοσιευμάτων, ο Υπουργός Υγείας ανέφερε επίσης ότι «εάν μια ιδιωτική μονάδα υγείας ζητήσει από ασθενή του ΕΟΠΥΥ περισσότερα χρήματα από αυτά που προβλέπονται στη σύμβασή της, αυτό αποτελεί αιτία καταγγελίας της σύμβασης».
Ο κ. Γεωργιάδης προφανώς δεν ζει σε άλλη χώρα και γνωρίζει πολύ καλά – όπως και ολόκληρη η ελληνική κοινωνία – ότι οι ιδιωτικές κλινικές, καθώς και άλλες μονάδες υγείας, όπως τα κέντρα αποκατάστασης, απαιτούν από τους ασφαλισμένους υπέρογκα ποσά πέρα από τα νοσήλια που καλύπτει ο ΕΟΠΥΥ. Πρόκειται για μια διαχρονική πρακτική, γνωστή σε όλους, ωστόσο ο κ. Γεωργιάδης φαίνεται να παριστάνει τον ανήξερο.
Οι απαντήσεις αυτές δίνονται τη στιγμή που οι ιδιωτικές κλινικές και τα διαγνωστικά εργαστήρια απορροφούν το μεγαλύτερο μέρος των πόρων του ΕΟΠΥΥ για νοσοκομειακή περίθαλψη και εξετάσεις, ενώ παράλληλα επιβαρύνουν οικονομικά τους πολίτες, οι οποίοι αναγκάζονται να προσφύγουν στις υπηρεσίες του ιδιωτικού τομέα.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, το Υπουργείο Υγείας, με πρόσφατη ρύθμιση, έδωσε στις ιδιωτικές κλινικές τη δυνατότητα να απορροφήσουν κονδύλια από κρατικό χρήμα, πραγματοποιώντας απογευματινά χειρουργεία, τα οποία αρχικά υποτίθεται ότι θα διενεργούνταν στα δημόσια νοσοκομεία.
Αυτή η κυβέρνηση έχει έναν και μοναδικό στόχο: την πλήρη διάλυση του δημόσιου τομέα υγείας και την πριμοδότηση του ιδιωτικού. Το μεγάλο κεφάλαιο, το οποίο ελέγχει σε σημαντικό βαθμό τις ιδιωτικές κλινικές και τον διαγνωστικό τομέα, γνωρίζει καλά ότι δεν διατρέχει κανέναν κίνδυνο και ότι αυτές οι δηλώσεις γίνονται αποκλειστικά για επικοινωνιακούς λόγους. Αυτοί που κινδυνεύουν πραγματικά είναι οι πολίτες, και πρώτα από όλα τα φτωχά λαϊκά στρώματα, που πληρώνουν ακριβά για να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας.