Ευρωδικαστήριο: Επιτρέπεται η μετατροπή των συμβάσεων σε Αορίστου Χρόνου

816

Με την υπ’ αριθ. C-760/18/11-2-2021 «απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, μονιμοποιούνται και αποζημιώνονται χιλιάδες συμβασιούχοι των τελευταίων χρόνων», αναφέρει, σε σχετική της ανακοίνωση, η Ένωση για την Υπεράσπιση της Εργασίας και του Κοινωνικού Κράτους (ΕΝΥΠΕΚΚ).

Όπως αναφέρει, σύμφωνα με το Δικαστήριο της ΕΕ, «ανίσχυρη είναι η διάταξη του άρθρου 103 παρ. 8 του Ελληνικού Συντάγματος, που απαγορεύει τη μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου, αφού υπερισχύει η Οδηγία της ΕΕ 1999/70». Έτσι, συνεχίζει, «ανοίγει ο δρόμος για μονιμοποίηση και αποζημίωση δεκάδων χιλιάδων “συμβασιούχων” που έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη, έστω κι αν οι αγωγές τους έχουν απορριφθεί βάσει της συνταγματικής διάταξης του άρθρου 103 παρ. 8, που όμως τώρα, κατά το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, είναι ανίσχυρη».

Η σημερινή αυτή απόφαση του ΔΕΕ «είναι η σημαντικότερη δικαστική εξέλιξη των τελευταίων ετών στην Ε.Ε.», υπογραμμίζει η ΕΝΥΠΕΚΚ, και «καλεί την κυβέρνηση σε άμεση συμμόρφωση με την υπ’αριθ. C-760/18/11-2-2021».

Αναφέρεται, μεταξύ άλλων στην απόφαση:

71 Όσον αφορά τη σημασία του γεγονότος ότι το άρθρο 103, παράγραφος 8, του ελληνικού Συντάγματος τροποποιήθηκε μετά την έναρξη της ισχύος της οδηγίας 1999/70 και πριν από τη λήξη της προθεσμίας για τη μεταφορά της στο εθνικό δίκαιο, με σκοπό να απαγορευθεί απόλυτα, στον δημόσιο τομέα, η μετατροπή των συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου σε συμβάσεις αορίστου χρόνου, αρκεί η υπενθύμιση ότι μια οδηγία παράγει έννομα αποτελέσματα έναντι του κράτους μέλους αποδέκτη και, συνεπώς, έναντι όλων των εθνικών αρχών είτε κατόπιν της δημοσίευσής της είτε, ανάλογα με την περίπτωση, από την ημερομηνία της κοινοποίησής της (απόφαση της 23ης Απριλίου 2009, Αγγελιδάκη κ.λπ., C‑378/07 έως C‑380/07, EU:C:2009:250, σκέψη 204 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

72 Εν προκειμένω η οδηγία 1999/70 προβλέπει ρητά, στο άρθρο 3, ότι αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, δηλαδή στις 10 Ιουλίου 1999.

73 Εντούτοις, όπως προκύπτει από πάγια νομολογία, κατά τη διάρκεια της προθεσμίας μεταφοράς μιας οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη, τα κράτη μέλη στα οποία απευθύνεται η οδηγία οφείλουν να απέχουν από τη θέσπιση διατάξεων ικανών να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο την επίτευξη του αποτελέσματος που επιδιώκει η εν λόγω οδηγία (απόφαση της 13ης Νοεμβρίου 2019, Lietuvos Respublikos Seimo narių grupė, C‑2/18, EU:C:2019:962, σκέψη 55 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Δεν έχει σημασία από την άποψη αυτή αν η επίμαχη διάταξη του εθνικού δικαίου, η οποία θεσπίστηκε μετά την έναρξη της ισχύος της σχετικής οδηγίας, έχει ως σκοπό τη μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο (απόφαση της 23ης Απριλίου 2009, Αγγελιδάκη κ.λπ., C‑378/07 έως C‑380/07, EU:C:2009:250, σκέψη 206 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

74 Κατά συνέπεια, όλες οι αρχές των κρατών μελών, ακόμη και όταν προβαίνουν σε αναθεώρηση του Συντάγματος, έχουν την υποχρέωση να εξασφαλίζουν την πλήρη αποτελεσματικότητα των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης (απόφαση της 23ης Απριλίου 2009, Αγγελιδάκη κ.λπ., C‑378/07 έως C‑380/07, EU:C:2009:250, σκέψη 207 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

ΕΔΩ η Οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 σχετικά με τη συμφωνία πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου που συνήφθη από τη CES, την UNICE και το CEEP

ΕΔΩ το πλήρες κείμενο της C-760/18/11-2-2021 Απόφασης του ΔΕΕ.

Προηγούμενο άρθροΟ Νίκος Ποταμίτης πρόεδρος της ΕΝΙ Ζακύνθου στα “Νέα των Υγειονομικών” (VIDEO)
Επόμενο άρθροΣωματείο ΕΛΠΙΣ: Ανακοίνωση για την Πανυγειονομική κινητοποίηση στις 16 Φλεβάρη